Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Οι σημασίες της λέξης "παπάς"


         Εδώ ο παπάς, εκεί ο παπάς, πού είναι ο παπάς;

Τελικά, όντως δεν είναι τόσο εύκολο να... εντοπίσουμε τον παπά. Όχι την οντότητά του, αλλά τις εκάστοτε σημασίες του. Όσο αριστοτεχνικά διεξάγουν το παιχνίδι αυτό της τράπουλας οι ταχυδακτυλουργοί, τόσο αριστοτεχνικά πλασμένες και εγκαταστημένες στην καθημερινή μας ομιλία είναι και οι -απροσδόκητα πολλές και αυξανόμενες με την έρευνα- σημασίες και χρήσεις της λέξης αυτής. Ας πάρουμε μια ιδέα:


1) Ο ιερέας, ο κληρικός.

2)  Ο Ρήγας στα φύλλα της τράπουλας. (Στην πραγματικότητα, η εικόνα δείχνει έναν βασιλιά, γι’ αυτό και το γράμμα “K” από το “King”. Οι Έλληνες όμως, είδαν έναν παπά και γι’ αυτό το ονόμασαν έτσι.)
3)  Το παιχνίδι της τράπουλας «Μουντζούρης».
4)  Το γνωστό παιχνίδι «εδώ παπάς, εκεί παπάς, πού είναι ο παπάς;». Με αυτό συνδέεται και η λέξη «παπατζής», με την οποία εννοείται κάποιος που λέει ψέματα, που εξαπατά τον κόσμο, όπως ακριβώς ο ταχυδακτυλουργός εκείνος εξαπατούσε τους ανθρώπους με το παράνομο παιχνίδι του.
5)  Η πρώτη χάντρα του κομπολογιού. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη από όλες τις άλλες του κομπολογιού, από την τρύπα της οποίας περνούν και οι δύο άκρες του κορδονιού. Λέγεται και «τσαμπουκάς».
6)  Το κορυφαίο τμήμα του ναργιλέ, κατασκευασμένο από πηλό σε σχήμα μικρής κούπας. Μέσα σε αυτό καίγεται το τουμπεκί.
7)  Η ξύλινη μύτη στο κάτω άκρο της λύρας, που χρησιμεύει στο να στηρίζεται στο γόνατο του οργανοπαίκτη, αλλά και στο να εφαρμόζει πάνω της ο χορδοδέτης. (στο ιδίωμα της Καρπάθου)
8)  Βοηθητική στέκα για μακρινά χτυπήματα στο μπιλιάρδο.
9)  Το μικρό άσπρο κολωνάκι στην κορυφή κάθε βουνού που γράφει το υψόμετρο.
10)     Το φίλτρο εισερχόμενου αέρα στις μηχανές στα αυτοκίνητα (κέλυφος φίλτρου αέρα) και τα μηχανάκια.
11)     Μικρό κλωνάρι χασισιάς σε εντελώς ακατέργαστη μορφή. Έχει φύλλα και μικρά άνθη με μυτούλες, που σχηματίζουν θυσάνους (εξ ου και η ονομασία «φούντα»), που με λίγη φαντασία θυμίζουν γένια. Από εκεί προέρχεται και η λέξη «παπαδέρα», που είναι ο μεγάλος και συμπαγής παπάς.
12)     Ονομασία δασικού χωριού στη Βόρεια Εύβοια (Παπάδες).
13)     Μεταφορικά, για να χαρακτηρίσουμε τα λεγόμενα κάποιου υπό αμφισβήτηση, όταν θεωρούμε πως πρόκειται για ψέμα/υπερβολή. (π.χ. Είπε παπάδες πάλι. Συνώνυμο στην αργκό: το «μούσι».)
14)      Συστατικό άγνωστης/αμφίβολης ποιότητας. (π.χ. Πείτε μου τι περιλαμβάνεται στα συστατικά του προϊόντος. Βαμβάκι; Παπάδες;)
15)     Ο παπάς ως γρουσουζιά στη φράση-παλιό παιχνίδι «Πάρ’ τον παπά». Συγκεκριμένα, κάποτε, όταν οι άνθρωποι –και κυρίως, τα παιδιά- έβλεπαν μπροστά τους παπά, πάσχιζαν να προλάβουν να πουν στον διπλανό τους την ανωτέρω αναφερόμενη έκφραση, προκειμένου να φύγει από πάνω τους η γρουσουζιά. Όποιος δεν προλάβαινε να το πει, για να το αποφύγει, σταύρωνε δύο δάχτυλα του χεριού. Όποιος δεν προλάβαινε να κάνει ούτε τη χειρονομία, υποτίθεται πως επάνω του θα έπεφτε όλη η κακοτυχία.
16)     Επίτευγμα μεγάλης δεξιοτεχνίας στη μουσική εκτέλεση, στην έκφραση «Παίζω παπάδες.»
17)     Ισχυρή βροχόπτωση στην έκφραση «Βρέχει παπάδες» (καρεκλοπόδαρα).
18)     Στην έκφραση «Τρώω παπάδες» (=δεν έχω τι να φάω, διανύω περίοδο φτώχιας).
19)     Η λέξη «παπαδαριό» υποτιμητικά για τον κλήρο της εκκλησίας.
20)     Η «σιγανοπαπαδιά» ως το άτομο που επιδεικνύει μειλίχια συμπεριφορά και καλοσύνη, αλλά κάτι τέτοιο είναι απλώς φαινομενικό, καθώς υποβόσκουν ενέργειες του εκ διαμέτρου αντίθετου χαρακτήρα.
21)     Γενικότερα, χρησιμοποιείται πολύ εξειδικευμένα σε λέξεις που ανήκουν στους κλάδους της μαστορικής και της μηχανολογίας, αφού λειτουργεί ως «λέξη-μπαλαντέρ» για άλλες που είτε είναι πολύ εξειδικευμένες είτε έχουν δύσκολη προφορά κ.λπ. (π.χ. τα προανεφερθέντα κολωνάκι με υψόμετρο, στέκα του μπιλιάρδου, χάντρα κομπολογιού, φίλτρο αέρα στα μηχανάκια κι αυτοκίνητα). Έτσι, ενδέχεται να υπάρχουν πολύ εξειδικευμένες χρήσεις της λέξης.
22)     Σπουδαία πράγματα, αριστουργήματα. (π.χ. Να σου φτιάξω εγώ παπάδες).
23)     Στη φράση «Τον παπά θα παίξουμε;» (=Θα κοροϊδέψουμε ο ένας τον άλλον;).
24)     Στη φράση «Φέρε έναν παπά», που λέγεται στην ταβέρνα (=Φέρε ένα ποτήρι κρασί.)
25)     Τα κυλινδρικά εξογκώματα στα παλιά φλιπεράκια (παπάδες).

Χρησιμοποιείται και σε πολλές παροιμίες, οι πιο χαρακτηριστικές από τις οποίες είναι οι εξής:

1)  Άλλοι παπάδες ήρθανε, άλλα βαγγέλια φέρανε. (για αλλαγές)
2)  Άλλοι παπάδες ήρθανε, άλλα χαρτιά κρατούσαν. (παραλλαγή του προηγουμένου)
3)  Άλλος αγαπάει τον παπά κι άλλος την παπαδιά. (διαφορετικές προτιμήσεις)
4)  Αλλού ο παπάς, αλλού τα ράσα του. (ακαταστασία, αναστάτωση.)
5)  Αλλουνού παπά ευαγγέλιο. (για υποθέσεις πέρα από την αρμοδιότητά μας)
6)  Βρήκαμε παπά, να θάψουμε καμιά δεκαριά/πέντε-έξι. (ευκαιρία)
7)  Βρήκανε παπά, θα θάψουν και τους ζωντανούς. (μεσσηνιακή παραλλαγή του προηγουμένου)
8)  Παπά ζουρλό σαν βρήκαμε, όλη μέρα ψέλναμε. (παραλλαγή των ανωτέρω)
9)  Είδα κι είδα, αλλά γύφτο παπά δεν είδα. (απίστευτο, αταίριαστο)
10)      Γύφτος παπάς δε γίνεται κι αν γίνει, δεν ευλογάει. (παραλλαγή του προηγουμένου, που λέγεται στους Παξούς)
11)      Εκείνον που βλέπει ο παπάς, εκείνον και θυμιατίζει. (Βοηθούμε αυτούς που βλέπουμε να έχουν ανάγκη.)
12)      Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς. (ο καθένας μπορεί να καταπιάνεται με ένα πράγμα και να είναι τέλειος σε αυτό και όχι με πολλά ταυτόχρονα)
13)      Καλά τα φαρδομάνικα, μα τα φορούν παπάδες. (Κάποιοι μεγαλοπιάνονται, χωρίς να το αξίζουν.)
14)      Κι αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας. (Σε περιπτώσεις, όπου κάποιος προσπαθεί να ξεπεράσει κάποιους άλλους άδικα, όπως π.χ. στην ουρά στην τράπεζα, όταν κάποιος, προφασιζόμενος κάτι, προσπαθεί να βρεθεί στην πρώτη θέση και να μην περιμένει.)
15)      Με παπά κοιμήθηκες; (για κάποιον τυχερό)
16)      Μην το πεις ούτε του παπά. (για κάποιον που γλίτωσε χωρίς να το περιμένει)
17)      Ο παπάς απ’ την πόλη… η παπαδιά μολογάει. (Όταν μιλάει κάποιος για θέμα που δε γνωρίζει.)
18)      Ο παπάς βλογάει πρώτα τα γένια του. (Ο κάθε άνθρωπος φροντίζει πρώτα για το προσωπικό του συμφέρον.)
19)      Σφάξε με παπά μου ν’ αγιάσω. (για άνανδρους)
20)      Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. (Δε φαίνεται η αξία και η καταλληλότητα κάποιου από την εξωτερική του εμφάνιση, αλλά από το χαρακτήρα και τις ικανότητές του.)
21)      Τρελός παπάς σε βάφτισε. (σε κάποιον που λέει κάτι περίεργο ή συμπεριφέρεται παράλογα)
22)      Ψηλά παπά μου τ’ άρχισες και δεν το βγάζεις πέρα. (για κάτι πάνω από τις δυνάμεις κάποιου)
23)      Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή χωροφύλακας ή παπάς. (δοξασία, σύμφωνα με την οποία οι χωροφύλακες και οι παπάδες είναι τεμπέληδες και φαγάδες)
24)      Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι. (άποψη, σύμφωνα με την οποία τα παπαδοπαίδια δεν έχουν και τόσο καλή συμπεριφορά, αλλά και γενικότερα, όταν το παιδί επιδεικνύει άσχημη συμπεριφορά, που δεν ταιριάζει με τους ήσυχους γονείς του)
25)      Το πολύ το «κύριε ελέησον» το βαριέται κι ο παπάς. (Όταν μιλάμε ή ασχολούμαστε υπερβολικά με ένα θέμα, ακόμα κι αν είναι το αντικείμενό μας, εν τέλει πλήττουμε.)
26)      Κεφαλλονίτικος παπάς διαβάζει με σοφία. Τα δώδεκα ευαγγέλια, τα βγάζει δεκατρία! (για την αγραμματοσύνη των παπάδων)
27)      Να σου πει ο παπάς στ’ αφτί κι ο διάκος στο κεφάλι. (απάντηση σε απειλή ή όταν κάποιος μας εκνευρίζει)
28)      Τον παπά τον ξέρουν όλοι κι ο παπάς κανέναν. (Σε περιπτώσεις που κάποιος ξεχωρίζει λόγω αξιώματος ή εξωτερικής εμφάνισης κι έτσι, τον γνωρίζουν όλοι. Αυτός όμως, είναι δυνατόν να μη γνωρίζει κανέναν.)
29)      Με παπά και με κουμπάρο. (επισημότητα)
30)      Αλλιώς μας τα ‘λεγες παπά, πριν σε χειροτονήσουν. (για κάποιον, που, προκειμένου να ανελιχθεί, έλεγε διάφορα πράγματα, τα οποία, μετά την εξέλιξή του, είτε προσποιείται πως δεν τα θυμάται είτε τα παραλλάσσει προς το συμφέρον του)
31)      Κουμπάρε, τίμα τον παπά κι εσύ παπά, έχε γνώση. (παροιμία της Άνδρου)
32)      Παπάς, γιατρός και χωροφύλακας, καλύτερα να μην μπαίνουνε στο σπίτι. (δοξασία, σύμφωνα με την οποία: παπάς= θάνατος, γιατρός= αρρώστια και χωροφύλακας= μπλεξίματα)
33)      Δεν έγινα παπάς ν’ αγιάσω, έγινα για να καλοπεράσω. (για κάποιον που χρησιμοποιεί μια ιδιότητα ή ένα αξίωμα για να επωφεληθεί και όχι επειδή πραγματικά το επιθυμεί ή, εν προκειμένω, να αγιάσει και να νιώσει κοντά στο Θεό.)
34)      Του παπά η κοιλιά είναι αμπάρι κι όπου πάει, θε να πάρει. (σχετικά με το ότι η παπάδες είναι φαγάδες, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω)
35)      Ο παπάς είναι για απ’ την Πάρο για απ’ τη Νάξο, ό,τι πάρω κι ό,τι αρπάξω. (οι παπάδες από όπου και να κατάγονται, σκέφτονται το πώς θα επωφεληθούν)
36)      Τρεις παπάδες να ‘ν’ καλοί, βγάζουν μια οκά μαλλί. (αν κάποιοι είναι ικανοί, καλά συντονισμένοι κι έχουν κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, μπορούν να φέρουν πολύ καλά αποτελέσματα)
37)      Στης παπαδιάς τα γόνατα γράφει ο παπάς ονόματα. (από λαϊκό σατιρικό τραγούδι)
38)      Άλλη κουβέντα, παπαδιά. (όταν θέλουμε να δείξουμε σε κάποιον πως δεν πιστεύουμε αυτά που λέει κι έτσι, τον παροτρύνουμε να αλλάξει κουβέντα λέγοντας κάτι πραγματικό κι αληθινό)
39)      Παπάς εγίνηκες Κωστή; Έτσι το ‘φερε η κατάρα. (για κάποιον που έγινε κάτι, το οποίο δεν του αρέσει και μάλιστα, το θεωρεί κατάρα)
40)      Ο γλωσσοδέτης: Ο παπάς ο παχύς έφαγε παχιά φακή. Γιατί παπά παχύ, έφαγες παχιά φακή;
41)      Το αίνιγμα:
Ο παπάς κι η παπαδιά,
Ο Γιάννης κι η Μαρία,
τηγανίζαν έξι αβγά
και πήραν από τρία.         Πώς γίνεται αυτό;
Απάντηση: Τον παπά τον έλεγαν Γιάννη και την παπαδιά, Μαρία. Άρα, ήταν δύο πρόσωπα, τηγάνισαν έξι αβγά και τα μοιράστηκαν, παίρνοντας τρία ο καθένας.



 
Αν και οι περισσότεροι γράφουν τη λέξη αυτή με ένα «π», υπάρχει η άποψη πως κατ’ ουσίαν, πρέπει να τη γράφουμε με δύο «π», καθώς στον Όμηρο μαρτυρείται η λέξη «πάππας», ως χαϊδευτικό του πατέρα. Από εκεί προέρχεται και ο ιερέας, αφού τον αποκαλούμε και «πάτερ».

Βοήθεια από τα site: 
http://www.slang.gr , el.wikipedia.org